Σάββατο 16 Μαρτίου 2013

Τα υβρεολογικά δάνεια του νεοραγιαδισμού


Τα υβρεολογικά δάνεια του νεοραγιαδισμού

Πέτρος Αργυρίου (agriazwa.blogspot.com)

(Προειδοποίηση προς τους διαδικτυακούς χρήστες: Αυτό το κείμενο έχει ελάχιστη ακαδημαϊκή αξία και ούτε φιλοδοξεί να έχει τέτοια. Απλά σκιαγραφεί μια πραγματικότητα γεμάτη σκιές, τη νεοελληνική. Για γλωσσολογικά θέματα συμβουλευτείτε το πολύ αξιόλογο http://sarantakos.wordpress.com/)



Λένε πως οι χαρακτηρισμοί προς άλλους χαρακτηρίζουν αυτούς που τους εκτοξεύουν. Φυσικά μια τέτοια διατύπωση δεν έχει καμία αξιωματική ισχύ. Είναι όμως μια χρήσιμη εισαγωγή για το πώς αυτοχαρακτηριζόμαστε εμείς οι «Νεοέλληνες» και για το πώς μας χαρακτηρίζουν οι άλλοι, οι ξένοι.

Είσαι καραγκιόζης ρε. Μια πολύ προσφιλής προσβολή των Ελλήνων που χρησιμοποιεί ένα σύμβολο της τουρκοκρατίας για να περιγράψει την ψυχοσύσταση του Έλληνα σήμερα. Το εθνικό μας σύμβολο όμως, ο Καραγκιόζης (Karagoz) είναι Τούρκος. Όσο και αν ελληνοποιήθηκε για να περιγράψει τον ραγιά (επίσης ξενόφερτη μειωτική λέξη) και όσο και αν αποτελεί σημαντικό κομμάτι της λαογραφίας μας, ο «δικός μας» Καραγκιόζης το 2010 περιελήφθη στον αντιπροσωπευτικό κατάλογο της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Τουρκίας.

Προσφιλέστερη ακόμη προσβολή προς άρρενες είναι η λέξη μαλάκας. Αυτή είναι ελληνική μεν, αλλά η εννοιολογική της παραφθορά είναι τεράστια.

Στην αρχαιότητα σήμαινε τον μαλθακό και η λέξη μαλακία τη λέξη ασθένεια.

Στην εκκλησιαστική γλώσσα όμως η λέξη μαλακία άρχισε να αποκτά την έννοια της πνευματικής ασθένειας κυρίως με την έννοια της πνευματικής υπανάπτυξης στον αγώνα των ιερατείων να καθυποτάξουν τη φύση στο πνεύμα ώστε να μπορούν να ελέγξουν και τα δύο.

Από την ύβρη του αυτοερωτισμού ας πάμε στον ίδιο τον έρωτα. «Μωρό μου». «Μωρό μου» λένε οι Έλληνες και οι Ελληνίδες. Η λέξη μωρός φυσικά στην αρχαιότητα ήταν προσβλητικός χαρακτηρισμός που αποδιδόταν στους ανώριμους, τους άγουρους νοητικά και συναισθηματικά.

Δεν γνωρίζω αν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι χρησιμοποιούσαν μια τέτοια έννοια ως έκφραση στοργής προς τους ερωτικούς συντρόφους τους. Είναι προφανές όμως πως η λέξη μωρός όπως ήταν νοούμενη από τους αρχαίους ήταν κοντά στη λέξη μαλάκας όπως την νοούν οι νεοέλληνες. Μωρός, μαλάκας. Ο ανολοκλήρωτος. Σήμερα τη λέξη μωρός οι αγγλόφωνοι τη χρησιμοποιούν με πολύ προσβλητικό τρόπο, παραπλήσιο της αρχαιοελληνικής της σημασίας: Moron. Ηλίθιος. Καθυστερημένος.

Από το μωρός και το μωρέ σε μας απόμεινε μονάχα το ΡΕ σαν να ήμασταν τεξανοί καουμπόιδες  που μαζί με το ταμπάκο μασήσαμε και τις λέξεις και μετά τις φτύσαμε λειψές.
Το ρε μαλάκα είναι λοιπόν κάπως υπερβολικό. Μωρέ μαλάκα. Σαν να λεν οι αγγλόφωνοι You idiotic moron. Πάντα είμασταν της υπερβολής αλλά για να τη χρησιμοποιούμε μεταξύ μας κατά εξακολούθηση  κάτι θα ξέρουμε.  

Πάμε τώρα στις ύβρεις κατά των γυναικών. Σε αυτήν την άκρως σεξιστική κοινωνία δεν υπάρχει ίσως γυναίκα που να μην έχει λουστεί με το χυδαίο ιταλικό πουτάνα.

Οι γυναίκες στην Ελλάδα, κατ εξακολούθηση θύματα σεξιστικής βίας είτε φραστικής και συχνά και σωματικής, θυματοποιούνται διπλά: όταν πέφτουν θύματα σεξιστικής βίας αποκτούν ένα έντονο κοινωνικό στίγμα καθώς αυτή η πρότυπη κοινωνία δεν μπορεί να αποφύγει τους υπαινιγμούς τύπου «για να το παθε, τα θελε ο κώλος της».

Το τα θελε ο κώλος της φυσικά υπαινίσσεται μια σωματικά περισσότερο επώδυνη σεξουαλική εισβολή, την παρα φύσιν (αν και φυσικά ο μεγαλύτερος και πιο αθεράπευτος πόνος στο βιασμό είναι συνήθως ο ψυχολογικός που προέρχεται τόσο από τη κτηνωδία του βιαστή και την παραβίαση της προσωπικότητας της γυναίκας που οι βιαστές και μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας θεωρούν ευκταία ή αναπόφευκτη δοθείσας «μιας πρόκλησης»). Δηλαδή στα μάτια πολλών Ελλήνων ένας απλός βιασμός δεν είναι αρκετός για τις «πουτάνες». Πρέπει να περιλαμβάνει και σοδομισμό.


Σε αυτή την ανδροκρατούμενη κοινωνία φυσικά υπάρχουν και οι εξαιρέσεις και επικρατούσα ανάμεσα σε αυτές είναι αυτή της μητριαρχίας, μιας άλλης καταπιεστικής αρχής πάνω στα παιδιά λες και δεν μας έφτανε η καταπίεση της πατριαρχίας.

Πολλοί Έλληνες είναι μητρομανείς, εννοώ πως έχουν μανία με τη μάνα τους. Τη μάνα τους που μεγαλώνει τα παιδιά της σε σχέση απόλυτης συναισθηματικής εξάρτησης από αυτήν, καθώς η ίδια κάνει προβολές σε αυτά και επενδύει στην ανατροφή των παιδιών της την ολοκλήρωση της δικιάς της προσωπικότητας που παρεμποδίστηκε από τις επικρατούσες μισογυνικές κοινωνικές συνθήκες.

Το αποτέλεσμα φυσικά είναι το ακριβώς το αντίθετο: η προβολή των ευσεβών πόθων της μάνας στα παιδιά δημιουργεί ανολοκλήρωτες προσωπικότητες που όταν μεγαλώσουν γίνονται «μεγάλοι μαλάκες», ανολοκλήρωτες δηλαδή προσωπικότητες που βρίζουν όλους τους υπόλοιπους συμπολίτες τους με τη λέξη μαλάκας.

Οι Έλληνες για τους Έλληνες πάντα μαλάκες και ενίοτε καραγκιόζηδες. Οι ελληνίδες, μονίμως πουτάνες. Εκτός από τις μάνες μας και τις αδερφές μας όπως ισχυρίζονται κάποιοι σεξιστές που δε θέλουν να χαρακτηρίζονται ως πουτάνας γιοι.

Σκεφτείτε δύο σεξιστές να κάθονται σε ένα παγκάκι και να λεν βλέποντας μια γυναίκα: «Όλες οι γυναίκες είναι πουτάνες εκτός από τη μάνα μου (πρωτίστως) και την αδερφή μου (δευτερευόντως).» Και να συμφωνούν σε αυτό. Αν αυτοί οι σεξιστές δεν έχουν την ίδια μάνα τότε ουσιαστικά συμφωνούν ότι η μάνα και η αδερφή του ομοϊδεάτη τους είναι και αυτές πουτάνες και ότι οι ίδιοι είναι πουτάνας γιοί.

Γιατί εξαιρείται η μάνα από τον αδυσώπητο ελληνικό σεξισμό; Πέρα από τον αυτονόητο στενό ψυχικό δεσμό υπάρχουν και δεσμά. Και αυτά τα δεσμά έχουν επιβληθεί από τα επικρατή θρησκευτικά ιερατεία.

Τα ιερατεία αυτά, στην προσπάθεια τους να «επιβάλουν» το πνεύμα πάνω στην ύλη για να καθυποτάξουν και τα δύο, με άλλα λόγια για λόγους επιβολής εξουσίας και μόνο, ανόρθωσαν τη γυναίκα. Έκαναν γυναίκες αγίες και κάποια την έκαναν Παναγία. Έτσι λοιπόν, η γυναίκα, ένα ον ανάμεσα σε άλλα και σεξουαλικό, μπορεί επισήμως για τα συγκεκριμένα ιερατεία να μην ήταν πλέον σεξουαλικό αντικείμενο, η σεξουαλική της ελευθερία όμως τοποθετήθηκε μέσα σε συγκεκριμένα πεδία και περιορίστηκε.

Μπορεί λοιπόν ο άντρας να διέταζε τη γυναίκα αλλά η εκκλησία όριζε και τους δύο. Ο έλεγχος του πληθυσμού από την εξουσία μέσω επιβολής σεξουαλικών ταμπού είναι από τα παλαιότερα κόλπα στην ιστορία της και επανέρχεται με διαφορετικά προσωπεία ανάλογα με την κάθε εποχή.

Η αποστροφή των συγκεκριμένων ιερατείων απέναντι στο σεξ φαίνεται και από την σύλληψη της άμωμης σύλληψης. Η Παν-αγία η αειπάρθενος παίρνει τον κρίνο. Μια που μιλάμε για κρίνο λοιπόν, κρίνω ότι το παιδί της ήταν χίπης, παιδί των λουλουδιών. Δυστυχώς τα ιερατεία που δημιουργήθηκαν αργότερα μετατράψαν ένα "χίπικο" μήνυμα παγκόσμιας αγάπης σε ένα πλήρες σύστημα αφυσικότητας που αποστρεφόταν το σώμα και δαιμονοποιούσε το σεξ.

Μετά ανακαλύφτηκε ο μωροπελαργός για να συγκαλυφτεί η «βρώμικη» σεξουαλική πράξη, το σιντριβάνι της ζωής όλων μας.



Καραγκιόζηδες, μαλάκες και πουτάνες.  

‘Ετσι βλέπουμε εμείς τους εαυτούς μας, έτσι βριζόμαστε. .

Ας δούμε όμως πως μας βλέπουν οι άλλοι: Για τους ξένους η χώρα μας μπορεί να είναι στα χαρτιά Ελλάδα, στην καθομιλουμένη τους όμως λέγεται και γράφεται Γραικία, μια λέξη που με την παρόδο των χρόνων απέκτησε μειωτική σημασία, κάτι στο οποίο συνέβαλε και ο όρος Γραικύλος με τον οποίο οι Αρχαίοι Ρωμαίοι χαρακτήριζαν τους εκφυλισμένους Έλληνες.

Από το Βυζάντιο και μετά μας λέγαν ενίοτε και Ρωμιούς, υποδηλώνοντας την πολιτική σκοπιμότητα μιας «χριστιανικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας» που δεν ενθάρρυνε τη χρήση της λέξης Έλληνας καθώς αυτή προκαλούσε ειδωλολατρικούς συνειρμούς ανεπιθύμητους στη νέα βυζαντινή γεωπολιτική τάξη πραγμάτων και τις σκοπιμότητές της.

Επί τουρκοκρατίας μας λέγαν Ραγιάδες, μειωτική λέξη που υποδήλωνε υποτέλεια.

Με την αναγνώριση του νέου ελληνικού κράτους επανήλθε η λέξη Έλληνας. Ο νεοέλληνας όμως ήταν και είναι νεοραγιάς, οσφυοκάμπτης. Παρότι ξανά και ξανά συνθλίβεται από τις μεγάλες δυνάμεις, συνήθως δείχνει μια αδιανόητη υποτέλεια σε αυτές, σαν ήταν η αγία μανούλα του.     

Το θέμα του Έλληνα και η κατηγορία προβλημάτων που αυτοδύναμα παράγει προέρχονται από το συναισθηματικό επίπεδο όπου βρίσκεται προσκολλημένος σε παιδικά στάδια για να επεκταθεί ως μορφή νοητικού μπλοκ και να φτάσει ακόμη και στην πολιτική ζωή του τόπου. Οι Έλληνες, μέσα στις αλλεπάλληλες καταστροφές που τους έχουν συμβεί, απέκτησαν μια κουλτούρα επιβιωτική, μια κουλτούρα που περιγράφεται με τη φράση ο σώζων εαυτόν σωθήτω.  Αυτή η εξόχως εγωτιστική κουλτούρα μπορεί να έχει αξία σε καιρούς διωγμών ή καταστροφής, σε καιρούς ευμάρειας και ειρήνης είναι όμως καταστροφική. Δεν δομεί τίποτε το υγιές. Το ζήσαμε αυτό τα τελευταία τριάντα χρόνια όπου ο Έλληνας έγινε ο απόλυτος Πρωκτοσκόπος: Κοιτούσε μονάχα τον κώλο του αδιαφορώντας για πολιτεία, κοινωνία, αξίες, παιδεία, τέχνες και επιστήμη. Ζήσαμε τον νεοκαραγκιόζη που έβγαλε τα απωθημένα του στον συμπολίτη του. Ο Έλληνας εκδικήθηκε τον εαυτό του με το χειρότερο τρόπο. Ευτέλισε και ξεφτυλίστηκε, διέφθειρε και διαφθάρηκε.  Αλλοτριώθηκε. Μιλούσε για τα μεγάλα και τα σπουδαία σαν ξεπεσμένος αριστοκράτης που τα χασε όλα στο καζίνο.    

Ο πατριώτης και ο σοσιαλιστής που έστελνε τα παιδιά να σπουδάσει στις σχολές ιμπεριαλισμό των δυναστών του, στη Μεγάλη Βρετανία και τις ΗΠΑ και που έστησε και το Κολλέγιο των Αθηνών μην τυχόν και ξεφύγουμε από την ιμπεριαλιστική σφαίρα. Ο Έλληνας που σήμερα ανεβοκατεβάζει  τους Μερκελιστές νεοναζί αλλά έχει για πρώτη μεταναστευτική προτίμηση τη … Γερμανία!!!

Δεν αξίζει να έχεις μια χώρα για την οποία πιστεύεις ότι δεν αξίζει να παλεύεις για αυτή. Έστω και στο ελάχιστο. Έστω και για το ελάχιστο. 

Βρίζουμε τους εαυτούς μας με ξένες λέξεις όπως καραγκιόζης και πουτάνα. Βλέπουμε τους συμπολίτες μας σαν ξένους για αυτό και τους βρίζουμε ξενόγλωσσα. Είμαστε ξένοι στον τόπο μας και για αυτό όλο και περισσότεροι από εμάς βρίσκονται ξένοι σε τόπους άλλων.

Τόσο αλλοτριωμένοι που είναι επόμενο η χώρα μας να απαλλοτριωθεί.

Είμαστε μωροί. Μωροί μαλάκες.

Σε μόνιμη άρνηση. Προτιμάμε να κρατούμε τις φούσκες που εμφυτεύσαν και διογκώσαν στα κεφάλια μας παρά να σώσουμε το ίδιο το κεφάλι μας. Σκλάβοι που δίνουμε και τις ζωές μας για τους αφεντάδες μας είτε αυτοί είναι ιδεολογίες, θρησκείες, πολιτικοί, αγορές. Ότι να ναι.  Αλλάζουμε αφέντες σαν τα πουκάμισα.  Αρκεί να έχουμε πάντα κάποιο αφέντη.

Είμαστε σε μόνιμη άρνηση ενώ επιδεικνύουμε πλήρη ενδοτισμό. Ναι σε όλα εκτός από αυτά που μπορούν να μας παλινορθώσουν. Μανιακοί.

Και τις παραδόσεις τις ξεφτυλίσαμε, τις λέξεις μας τις ξεχάσαμε. Και τη μουσική μας παράδοση την κάναμε σκυλοτράγουδα.

Θυμάμαι όταν ήμουν πιτσιρικάς που άκουγα όλο αυτό το καμμένο ρεύμα της λαϊκίστικης μουσικής, αυτό που μας έδωσε τους μεγάλους Άντζελα Δημητρίου και Λευτέρη Πανταζή, αυτό το κύμα που εξευτέλισε τη μουσική του καημού και του ξεριζωμού και την έκανε τη μουσική της ζοχάδας και της χυλόπιτας για να ξεδίνει ο Έλληνας και να μοσχαροθρέφει τα απωθημένα του, τα ανολοκλήρωτά του, τις μαλακίες και τις ψευτομαγκιές του. 

Λογιζόμουν τότε: εσείς που ξεφτυλίζετε τον καημό της καταστροφής, που γλεντάτε με τη μιζέρια που έζησαν άλλοι, θα ρθει η μέρα που η καταστροφή θα επιστρέψει ως επίτιμος καλεσμένος σας, που ο καημός θα επιστρέψει και δε θα έχετε τραγούδια για να αφηγηθείτε τον καημό, το θρήνο και τον οδυρμό. Δε θα έχετε δάκρυα για κλάψετε. Φωνή να φωνάξετε. Λεβεντομαλάκες.  

Η μέρα εκείνη ήρθε. Και κρατάει χρόνια τώρα, χρόνια που μας κλέβουν την ζωή, χρόνια που μας βαράν, μας ευτελίζουν και μας βρίζουν δημοσίως και εμείς γυρνάμε το άλλο μάγουλο. Το μόνο που θα παραμείνει δημόσιο είναι η ξεφτίλα μας. Δημόσια ξεφτίλα. Δημόσια χλέπα.
Τα ξεφτυλίσαμε τα δημόσια και τώρα όλα γίνονται ιδιωτικά. ΙΔΙΩΤΙΚΑ. Για τους αρχαίους ημών προγόνους η λέξη ιδιωτεία είχε νόημα παρόμοιο με αυτό που σήμερα δίνουμε στη λέξη μαλάκας. Του πολιτειακά αυτιστικού, του καθυστερημένου. Και όμως εμείς σήμερα εξυμνούμε τον ιδιώτη και τις ιδιωτικοποιήσεις. Τις παρουσιάζουμε ως «έξυπνες λύσεις».

Οι αγγλόφωνοι όμως έχουν κρατήσει τη λέξη και το νόημα της ιδιωτείας: Idiot. Αυτό είμαστε για αυτούς: Moronic Idiots.     

Μας βρίζουν και μας χλευάζουν κι όμως κάποιοι από εμάς παραμένουν αμετανόητα Πρωκτοσκόποι. Τι άλλο να παρειμένει κανείς από Moronic idiots;

Πόσο μακριά φτάνει λοιπόν η μαλακία μας; Η αρρώστια μας η ψυχοπνευματική; Ας αντλήσουμε ένα παράδειγμα των ορίων της μωρής ιδιωτείας από την Ελληνική καθημερινότητα όπως την ξέραμε.  

Όταν ένας Έλληνας, πριν τα χρόνια της οργής, έλεγε μαλάκα έναν άλλο Έλληνα εκείνος συχνά του απαντούσε «Ποιον είπες μαλάκα ρε;».

«Εσένα» ήταν η συνήθης απάντηση.

«Εμένα είπες μαλάκα ρε;»

«Ναι εσένα»

Αυτιστικοί διάλογοι, διάλογοι μωρών, ερωτοτροπίες ιδιωτών που λες και τους έχει γράψει ο Φώσκολος, από τους αγαπημένους σκηνοθέτες των Ελλήνων, διάλογοι που έκαναν πρωταγωνιστή τον Στάθη Ψάλτη.  Άλλωστε αυτοί γνωρίζαν καλά σε τι μωρούς απευθύνονταν. Για αυτό και πέτυχαν στην Ελλάδα. Όπως πέτυχαν οι κρατικοδίαιτοι ιδιώτες. Γιατί στην Ελλάδα το να είσαι μωροφιλόδοξος ιδιώτης ήταν συνταγή επιτυχίας. Ύβρις ήταν το να παλεύεις για το γενικό καλό και τιμωρούνταν με απομόνωση και περιθωριοποίηση.  

Ο Έλληνας βρίσκεται σε άρνηση. Τον βρίζει ο άλλος και ρωτάει εμένα είπες  μαλάκα ρε, λες και είναι περήφανος στα αυτιά. Αλλά η μόνη περηφάνια που του έχει απομείνει από τις πολιτικές που του ασκούνται είναι η περηφάνια του Κώλου. Αυτό έχει καταντήσει ο Έλληνας: ο αιώνιος Πρωκτοσκόπος. Αυτός που στρουθοκαμηλίζει βάζοντας το κεφάλι του μέσα στον κώλο του.
Λογικό είναι με αυτόν τον τρόπο να βυθιστεί βαθύτερα στα σκατά.

Ο Έλληνας βρίσκεται σε άρνηση: τον εξευτελίζει και τον βρίζει το πολιτικό σύστημα και μετά από τόση καταστροφή που χουν δει τα μάτια του, βρίσκει ακόμη χειροκροτητές των καταστροφέων του ανάμεσα σε συμπολίτες του, ανθρώπους που αγαλλιάζουν με την καταστροφή σαν να τη βλέπουν στη τηλεόραση και όχι να τη ζουν. Μα τι λέω; Δεν τη ζουν. Η ζωή τους είναι η τηλεόραση. Και τους έχει επιστρέψει αμετάκλητα σε κατάσταση νηπίου.  

"Να χαρώ, να χαρώ, να χαρώ, το μωρό, το μωρό , το μωρό"
Πέρασε όμως πλέον η ώρα του μωρού. Έρχεται η ώρα του τιμωρού.

Είναι καιρός ο Νεοέλληνας, ο μαλάκας, ο ραγιάς να πεθαίνει. Δεν τον σηκώνει πια αυτός ο τόπος. Τα τραγούδια του κώλου, τα κωλοτράγουδα, τα κωλομάγαζα, τα κωλόμπαρα, οι κωλομπαράδες, όλα τέλος. Καιρός για γαμοτράγουδα.

Γαμώ την ευροχούντα σας και τον ιμπεριαλισμό σας. Εμείς θα γίνουμε ο τελικός σεισμός σας.

(Για αυθεντικά ελληνικά γαμοτράγουδα και για το πώς τραγουδούσε τα γαμήσια του ο Έλληνας και η Ελληνίδα όταν ακόμη του σηκωνόταν παρά τους ζυγούς και τα βάσανα, σας παραπέμπω σε μια πρόχειρη συλλογή από τον ερασιτέχνη νεολαογράφο Όττο στο επίκαιρο λόγω αποκριών «Τα Γαμοτράγουδα της αποκριάς»: http://otto-great-chaos.blogspot.gr/2013/03/blog-post_7.html.

Διαβάστε επίσης τη σχετική ωδή στην μαλακία που θα έκανε ακόμη και το διαχρονικό Σουρή να νιώσει ένα μικρό δηγματάκι ζήλιας στο: «http://otto-great-chaos.blogspot.gr/2013/03/blog-post_16.html»).    

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου